Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

Μνήμες από τον διωγμό της θρησκείας επί καθεστώτος Χότζα

«…26 Φεβρουαρίου 1967. Τέλεσα σήμερα την τελευταία Θεία Λειτουργία. Αμέσως μετά παρέδωσα τα κλειδιά του ναού στην οργάνωση νεολαίας του χωριού…».

Το «ημερολόγιο» του ιερέα Μιχάλη Μπάρκα, από το χωριό Βόδριστα του Αργυροκάστρου, που παρέδωσαν το 1998 στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο τα παιδιά του, αφού ο ίδιος δεν ζει πλέον, δεν ήταν ένα συνηθισμένο τετράδιο. Ηταν το ευαγγέλιο της εκκλησίας των Ταξιαρχών όπου ο παπα-Μιχάλης ιερουργούσε μέχρις ότου το καθεστώς Χότζα την κλείσει και τη μετατρέψει σε αποθήκη. Εκεί πρόλαβε και κατέγραψε τις τελευταίες του ώρες ως ιερέα.

Το 1967 ήταν η πιο μαύρη χρονιά για τους πιστούς, χριστιανούς και μουσουλμάνους, στην Αλβανία του Χότζα. Σηματοδότησε την κορύφωση του «πολέμου κατά της θρησκείας», που είχε ξεκινήσει από την εγκαθίδρυσή της το 1945 η κομμουνιστική δικτατορία. Χριστιανικές εκκλησίες, ορθόδοξες και καθολικές, και μουσουλμανικά τεμένη μετατράπηκαν σε αποθήκες, στάβλους και «πολιτιστικά κέντρα» ή κατεδαφίστηκαν, μοναστήρια λεηλατήθηκαν και έγιναν στρατώνες, κάθε θρησκευτική δραστηριότητα απαγορεύτηκε, ο αθεϊσμός κατοχυρώθηκε συνταγματικά, ιερωμένοι δολοφονήθηκαν, φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν ή εξευτελίστηκαν, επί σχεδόν 30 χρόνια.

Μαρτυρίες χριστιανών που βίωσαν τον απόλυτο διωγμό, συζητήσεις του Χότζα με τον Στάλιν για το «θρησκευτικό ζήτημα», την ντιρεκτίβα του δικτάτορα προς τις κομματικές οργανώσεις για το πώς θα σχεδιάσουν και θα υλοποιήσουν το ξερίζωμα της θρησκείας από τον πληθυσμό, αλλά και τη σχέση του διωγμού με την Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα, φέρνει στο φως η «Κ», με αφορμή την επίσκεψη, σήμερα, του Πάπα Φραγκίσκου στα Τίρανα, για να επιβραβεύσει την καρτερία των πιστών της Αλβανίας. Με την άνοδο των κομμουνιστών στην εξουσία, το ’44, ο Χότζα έθεσε στο στόχαστρο και τη θρησκευτική πίστη των ανθρώπων. 


Οι ομαδικοί εξισλαμισμοί σε Ήπειρο και Αλβανία

Μετατροπή εκκλησιών σε τζαμιά. Περίτμησι Ηπειρωτών. Τουρκοχριστιανοί και μισότουρκοι «Γραικομάνοι»

Ο εξισλαμισμός στην Ήπειρο άρχισε επί σουλτάνου Μουράτ Β΄, εξηπλώθη δε επικινδύνως μετά την ήττα του Σκεντέρμπεη, οπότε οι μεγάλοι κτηματίες ηναγκάσθησαν να εξισλαμισθούν για να διατηρήσουν τα τιμάριά τους, αξιωθέντες τού τίτλου «μπέηδες» κατά κληρονομιά. «Τούτους κάτω από ψυχολογικό εξαναγκασμό εμιμήθησαν και οι πτωχοί κολλήγοι». 
Τη σκληρότερη τυραννία όμως υπέστη ή Ήπειρος, κατά τον Ν. Πατσέλη, μετά τον θάνατο τού Σκεντέρμπεη, «διότι εφ’ όσον χρόνον εμάχετο ούτος προς το Οθωμανικόν Κράτος, ή Ήπειρος συνεμμάχει μαζύ του. Διά τούτο μετά τον θάνατόν του, οι Οθωμανοί την μετεχειρίσθησαν απανθρώπως, αναγκάσαντες τον πληθυσμών εις εξισλαμισμόν.
»Ο ισλαμισμός των Χριστιανών λέγει, ιδίως εις την καλουμένην σήμερον Β. Ήπειρον, έκαμε τας μεγαλυτέρας προόδους, όταν ό Γ. Καστριώτης, ηρνήθη την πίστι του εις τον Σουλτάνο και την μουσουλμανικήν θρησκείαν».


«Η διπλή αυτή αποστασία, προσθέτει εξ άλλου ό Καντεμίρ, ηρέθησεν τόσον τον Αμουράτ, ώστε ούτος μετέτρεψεν όλας τας χριστιανικάς εκκλησίας τής χώρας των Αρβανιτών και ίνα κάμη όσα ηδύνατο εξιλαστήρια θύματα προς ικανοποίησιν τού Μωάμεθ, διέταξε επί ποινή θανάτου να περιτμηθούν όλοι οι Ηπειρώται. Ή μέθοδος αύτη, τονίζει, είχεν αναριθμήτους νεοφωτίστους. Ολόκληρος δε ή χώρα εις ολίγον διάστημα εμυήθη εις την μωαμεθανικήν πίστιν. Εξαίρεσιν απετέλεσαν εις τον ποσηλυτισμόν εκείνον οι καθολικοί Αλβανοί (Μιρδίται) και το τμήμα το οποίον επεκτείνεται από την Οχρίδα προς Βορράν έως την Χειμάρραν προς Νότον, το οποίον διετήρησεν την ελληνικότητά του, κατά μέγα μέρος δε και την γλώσσαν, παρά την επίμονη αντίδρασι των αλβανικών φυλών».


Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

25 Σεπτεμβρίου 1912: Ο Αργυροκαστρίτης Οπλαρχηγός του Ηπειρωτικού Κομιτάτου Ιωάννης Πουτέτσης πέφτει ηρωικά μαχόμενος κατά των Οθωμανών στην Τσούκα

Από τις σημαντικότερες προσωπικό­τητες του αντάρτικου αγώνα στην Ηπει­ρο ήταν ο Ιωάννης Πουτέτσης, από την περιοχή του Αργυροκάστρου. Ο Πουτέ­τσης, που έφερε το ψευδώνυμο Καπετάν Βοργιάς, με τη συμμετοχή του σε ένοπλες επιχειρήσεις στα ηπειρωτικά βουνά, από το 1906, σταδιακά αναδείχθηκε στις τάξεις του Ηπειρωτικού Κομιτάτου. Στις αρχές Οκτωβρίου του 1908, αφού διέ­φυγε τη σύλληψη ύστερα από τουρκική ενέδρα, ονομάσθηκε οπλαρχηγός στο χωριό Δραγουμή. Χρησιμοποιώντας ως ορμητήριο το μοναστήρι της Αγίας Πα­ρασκευής στα Πράμαντα, διεξήγαγε αρ­κετές μάχες τόσο με τα τουρκικά στρα­τεύματα όσο και με αντίστοιχες αλβανι­κές και ρουμανικές ομάδες ατάκτων.

Δεν έλειψαν και απρόοπτες εξελί­ξεις, όπως όταν οι οθωμανικές αρχές κατέσχεσαν, τον Οκτώβριο του 1908, ύ­στερα από έφοδο στο κρησφύγετά του Πουτέτση. 40 πρωτόκολλα ορκωμοσίας μυημένων στελεχών. Η θέση του Πουτέ­τση κατέστη ιδιαίτερα επισφαλής, ό­μως, αφού κατάφερε να γλιτώσει από το κυνηγητό που είχαν εξαπολύσει ενα­ντίον του οι αρχές, ειδοποίησε εγκαί­ρως τους 40 συμπατριώτες του, ώστε να διαφύγουν τη σύλληψη. Το συγκεκριμέ­νο περιστατικό, παρόλο που δεν είχε τραγική κατάληξη, προκάλεσε ανησυχία στα οργανωτικά στελέχη του Κομιτάτου και υπήρξε η αφορμή για τη δημιουργία ενός περισσότερο συμπαγούς δικτύου πληροφοριών. Ο Πουτέτσης. δρώντας στην ύπαιθρο με το απόσπασμά του, κα­τάφερε σε πολλές περιπτώσεις να προστατεύει τους ντόπιους πληθυσμούς από τις αλβανικές και ρουμανικές ένο­πλες ομάδες, καθώς και από τις αυθαι­ρεσίες των οργάνων των οθωμανικών αρχών. Ταυτόχρονα, κατά την ένοπλη δράση του, συχνά απευθυνόταν στους χωρικούς και μιλούσε για τη χριστιανική πίστη, γι' αυτό και έλαβε τα προσωνύμια «Παπαγιάννης» και «Αγιος Κοσμάς»,
Φυσικά συνεργάστηκε στενά και με τις εκκλησιαστικές αρχές, όπως με τον μη­τροπολίτη Παραμυθιάς Νεόφυτο, αλλά και με τα ανταρτικά σώματα που δρού­σαν στην περιοχή του ποιμνίου του.

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

Ο διωγμός του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού υπό την βασιλεία του Αχμέτ Ζώγκου

Ο Αχμέτ Ζώγκου ήταν ο πρώτος «βασιλιάς» της Αλβανίας μετά από 500 χρόνια τουρκικό ζυγό. Στην ουσία δεν κατάγονταν από βασιλική οικογένεια, ούτε γαλαζοαίματος ήταν. Αυτοανακηρύχτηκε βασιλιάς. Πριν είχε εκτελέσει διάφορα καθήκοντα, υπουργού, πρωθυπουργού και στο τέλος βασιλιάς της χώρας. Κατά την περίοδο της διακυβέρνησής του και της βασιλείας του, ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός υπέστη πολλές διώξεις. Από διάφορα έγγραφα και ιστορικά βιβλία που κυκλοφόρησαν στην Αλβανία την τελευταία περίοδο, φαίνονται ξεκάθαρα οι ανθελληνικές του προθέσεις και η στρατηγική που ακολούθησε κατά των Ελλήνων.

Τη χρονική περίοδο 1930-1937, οι σχέσεις μεταξύ της Ελλάδος και της Αλβανίας γνώρισαν αρκετές κρίσεις και ανεβοκατεβάσματα. Τα προβλήματα που αντιμετώπισε και ο Β/Η ελληνισμός μέσα σ΄ αυτό το κλίμα ήταν πολλά και αρκετές φορές οι σχέσεις αυτές γνώρισαν ακραίες οξύνσεις, λόγω της καταπάτησης των εθνικών δικαιωμάτων και των διώξεων που ασκούσε εις βάρος του η κυβέρνηση του Αχμέτ Ζώγκου.
Ένα απ΄ τα σημαντικότερα προβλήματα ήταν το σχολικό ζήτημα, το κλείσιμο των ελληνικών σχολείων και η προσφυγή για το ζήτημα αυτό στο Δικαστήριο της Χάγης. Δεν ήταν μικρότερη η σύγκρουση και για τα θρησκευτικά δικαιώματα των Βορειοηπειρωτών. Οι πιέσεις που ασκούνταν στον πληθυσμό ήταν μεγάλες.

Στον ελληνικό τύπο της εποχής υπάρχουν αρκετές αναφορές για τα όσα συνέβαιναν στον τόπο μας. Αναφέρουμε εδώ άρθρο της εφημερίδας «Καθημερινή» 3 Οκτωβρίου 1934 με τίτλο: «Άγρια τρομοκρατία εις την Βόρειον ΄Ηπειρον». «...Νεωτέραι εξ Αλβανίας πληροφορίαι αναφέρουν ότι κατόπιν της ομαδικής απεργίας των Ελλήνων μαθητών και παύσεων των Ελλήνων καθηγητών μέγας αναβρασμός επικρατεί εις την Β. ΄Ηπειρον. Οι αρχαί του Αργυροκάστρου προέβησαν εις την σύλληψιν του Βορειοηπειρώτου Γραμματέως του Ελληνικού Προξενείου Αργυροκάστρου, τον οποίον απέστειλαν δέσμιον εις τα Τίρανα. Ο Νομάρχης Αργυροκάστρου αρνήθη να δεχθή τον ΄Ελληνα πρόξενον διαμαρτυρηθέντα δια την σύλληψιν του Γραμματέως. Σήμερον αφίχθησαν εκ Τιράνων εις Αργυρόκαστρον 300 καραβινιέροι μετά μουσικής, ήρχισαν δε τρομοκρατίαν αφάνταστον εις βάρος του ελληνικού στοιχείου. Η κατάστασις είναι άκρως κρίσιμος δια την ελληνικήν μειονότητα».

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

14 Σεπτεμβρίου 1914: Η Απελευθέρωση του Βερατίου - η τελευταία επιτυχία του Στρατού της Αυτονόμου Β. Ηπείρου

Στις τελευταίες επιχειρήσεις τον Αύγουστο του 1914 οι εθελοντές των τμημάτων  του  Αυτονομιακού Στρατού της Φράσερης και της Κολώνιας διαπίστωναν ότι υπήρχαν πολλοί Ηπειρώτες Χριστιανοί στην περιοχή της Μάργιανης και στην κοιλάδα του Τομορίτσα ποταμού. Από Χριστιανούς μάλιστα που διέφυγαν στην ελεύθερη περιοχή, πληροφορήθηκαν ότι το ίδιο συνέβαινε και ακόμα βορειότερα, μέχρι τον Γεννούσο ποταμό.

Οι επιτυχίες του Αυτονομιακού Στρατού είχαν διεγείρει τον ενθουσιασμό στους Ηπειρώτες του Βερατίου και της Μουζακιάς (πέρα από τη διαχωριστική γραμμή) και είχαν αρχίσει οι μυστικές συνεννοήσεις με τις αρχές της Πρεμετής.

Επίσης πολλοί Ηπειρώτες που είχαν καταταγεί  στα Σώματα της Κολώνιας δήλωναν  απερίφραστα ότι σε περίπτωση  επαναλήψεως προκλήσεων από μέρους των Αλβανών θα αποφάσιζαν να προελάσουν ακόμα και μόνοι τους.
Έτσι στις 10 Σεπτεμβρίου  κινήθηκαν χωρίς διαταγή από  την Προσωρινή Κυβέρνηση προς το Βεράτι με σκοπό την απελευθέρωση του. Το Σώμα του Υπολοχαγού Περικλή Δρέλλια μετά από σύντομη μάχη με τους Αλβανούς κατέλαβε το ύψωμα Κιάφα Μπέτσιτ και την επομένη το Σώμα του Ανθυπολοχαγού Βιτωράτου έτρεψε σε φυγή τις αντίπαλες δυνάμεις ύστερα από σύγκρουση κοντά στο χωριό Γκογκοβίτσα.