Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Η Δρόβιανη και η επίσκεψη του Πατροκοσμά

Γράφει ο ΝΙΚΟΣ Θ. ΥΦΑΝΤΗΣ

* Η Ηπειρωτική κωμόπολη Δρόβιανη, απέχουσα ελάχιστα χιλιόμετρα από τα υποθετικά  ελληνοαλβανικά σύνορα, πολύ κοντά στο ξακουστό μοναστήρι του Δρυάνου, που βρίσκεται πάνω από το χωριό Ζερβάτες της Δερόπολης, κατά τα χρόνια πριν από την εθνική αποκατάσταση του 1913, με το πλήθος των διανοουμένων της, εξέπεμπε πνευματικό φως, που διαχέονταν σε ολόκληρο τον ηπειρωτικό και ελλαδικό χώρο. Η κωμόπολη γειτονεύει με τις δύο Λεσινίτσες (Πάνω και Κάτω), με τις οποίες διατηρούσε και συνεχίζει να διατηρεί συγγενικούς και πνευματικούς δεσμούς, με το χωριό Κρα και Μουζίνα (τη συναντάμε στο δρόμο προς τους Αγίους Σαράντα, μετά τους Γεωργουτσάτες).

Είναι απλωμένη σε μία δασωμένη κοιλάδα περιστοιχισμένη από απότομα και δύσβατα βουνά, από τις κορυφές των οποίων η θέα προς τους Αγίους Σαράντα, το Ιόνιο και τους Κορφούς είναι μοναδική. Από τους χειμάρους που χαράζονται από τα βρόχινα νερά σχηματίζεται το ποτάμι «Αρμυροπόταμος» που ρίχνει τα νερά του στη Μούστρισσα, ποτάμι που έχει τις πηγές του κάτω από το  χωριό Μουζίνα και αρδεύει τον κάμπο του Βούρκου, πριν εκβάλλει στο Ιόνιο.

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας εκκλησιαστικά υπαγόταν στη Μητρόπολη Αργυροκάστρου και πολιτικά στο Δέλβινο. Κατά τον Δροβιανίτη Νικόλαο Γ. Μυστακίδη (Φωνή της Ηπείρου, 19.10-1895, φ. 159) η Δρόβιανη στα χρόνια της σκλαβιάς είχε σχεδόν 300 σπίτια (οικογένειες και χωριζόταν σε Πάνω και Κάτω Δρόβιανη, όπως είναι και σήμερα. Οι δύο αυτοί συνοικισμοί χωριζόταν από λόφο, τον «Άγιο Δημήτριο», πάνω στον οποίον υπήρχαν κοινά εκπαιδευτικά ιδρύματα Αρρένων και Θηλέων, όπως το Ζάππειο Παρθεναγωγείο (χτίστηκε το 1881 και το κτήριο της κεντρικής Αστικής Σχολής (άρχισε να λειτουργεί το 1894). Στα δύο τμήματα επίσης λειτουργούσε από ένα Αλληλοδιδακτικό και από ένα Ελληνικό σχολείο.
Πλην των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, στα οποία δίδαξαν αξιόλογοι δάσκαλοι, υπήρχαν εμπορικά καταστήματα, παντοπωλεία, υποδηματοποιία, χαλκοποιϊα, γανωμάτηδες, πεταλωτήδες, σφαγεία, ράφτες, κεντίστριες, βυρσοδεψεία και άλλα. Οι έμποροι έφερναν τα εμπορεύματά τους από τις αγορές των Ιωαννίνων, Αργυροκάστρου και Δελβίνου και αρκετά απευθείας από την Ευρώπη.

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2014

Η αντίδραση του Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανού στην άρση του εμπολέμου με την Αλβανία το 1987

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΡΥΪΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΚΟΝΙΤΣΗΣ

ΔΗΛΩΣΕΙΣ

Δια την μονομερή άρσιν του εμπολέμου μετά της Αλβανίας
(28-8-1987)

Από την ακριτικήν Ιερά Μητρόπολιν Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, όπου μόλις προ τεσσάρων ημερών έληξε το μεγαλειώδες Α΄ Πανελλήνιον Επιστημονικόν Συνέδριον «ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ – ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ» καταγγέλομεν ευθαρσώς και εντόνως την πράξην της Κυβερνήσεως, δια το συντελεσθέν έγκλημα εθνικής μειοδοσίας, το οποίον συνιστά η μονομερής άρσις της εμπολέμου καταστάσεως μετά της Αλβανίας, χωρίς να προηγηθή η διασφάλισις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Βορειοηπειρωτών.

Η Κυβέρνησις, με την αντεθνικήν  και αντισυνταγματικήν, μονομερή άρση του εμπολέμου, καθίσταται υπόλογος ενώπιον του Θεού, του Έθνους και της Ιστορίας. Οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου εγκαταλείπονται εις την διάθεσιν των Αλβανών, οι οποίοι ανενόχλητοι, θα συνεχίσουν πλέον το εγκληματικόν τους έργον του πλήρους αποχριστιανισμού και αφελληνισμού των αδελφών μας Βορειοηπειρωτών. Διο και καλούμεν τα πολιτικά κόμματα όπως ζητήσουν την έκτακτον σύγκλησιν της Βουλής, προκειμένου να θέσουν την κυβέρνησιν προ των ιστορικών ευθυνών της.

Το εμπόλεμον ήταν ένα διαπραγματευτικό «ατού» εις τα χέρια της Ελλάδος δια να ζητήση από τους Αλβανούς τον σεβασμόν της θρησκείας, της Ελληνικής γλώσσης, της Ελληνικής παιδείας, ως και την αποφυλάκισιν και απελευθέρωσιν των χιλιάδων φυλακισμένων και εξορίστων. Με την άρσιν τώρα του εμπολέμου, απεκαλύφθη εις τα πράγματα ότι η πολιτική της Κυβερνήσεως είναι σαφώς φιλοαλβανική και καθόλου φιλοβορειοηπειρωτική. Διότι η Αλβανία θα ομιλεί πλέον από θέση ισχύος, ενώ εμείς θα την εκλιπαρούμεν δια να δώσει «ψιχία» δικαιωμάτων εις τους Βορειοηπειρώτας  - όχι βεβαίως εκείνα τα οποία είναι υποχρεωμένη να δώση από το Πρωτόκολλον της Κέρκυρας και τους Διεθνείς Οργανισμούς, αλλ’ όσα το θηρίον αυτό της Αποκαλύψεως, δια λόγους προσχημάτων και μόνον και «δια τα μάτια του κόσμου», θα λέγει ότι προσφέρει. Εις την ουσίαν θα συνεχίση ανεξέλεγκτα την εξόντωσιν του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου, αφού δεν εδίστασε να εξοντώση και αυτόν τον πρωθυπουργόν Σέχου και πολλούς άλλους υπουργούς.

28 Αυγούστου 1987: Ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών Κάρολος Παπούλιας προχωρά σε άρση της εμπολέμου κατάστασης με την Αλβανία

Η Αλβανία, την περίοδο της κήρυξης του πολέμου εκ μέρους της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδας, αποτελούσε τμήμα του Ιταλικού Βασιλείου. Μάλιστα, στην περιοχή του Καλαμά επιχείρησαν επίθεση 5 αλβανικά τάγματα εναντίον της Ελληνικής Επικράτειας. 
Η  Ελλάδα τέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση έναντι της Αλβανίας (Β.Δ.  10 Νοεμβρίου 1940),  η οποία όρισε ως εχθρικά κράτη την Ιταλία μετά των κτήσεων, αυτοκρατορικών εδαφών και αποικιών αυτής, καθώς και την Αλβανία. Αυτή η άρση της εμπολέμου πραγματοποιήθηκε χωρίς  προηγουμένως να έχει προηγηθεί καμία διαπραγμάτευση για την διασφάλιση δικαιωμάτων των σκλαβωμένων Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου.

 Έτσι, στις 28 Αυγούστου 1987, το Υπουργικό Συμβούλιο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ αποφάσισε ομόφωνα την άρση της εμπόλεμης κατάστασης με την Αλβανία, όπως εισηγήθηκε ο τότε Υπουργός Εξωτερικών (και νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας) Κάρολος Παπούλιας, ο οποίος εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση: «Η Κυβέρνηση αποφαίνεται και δηλώνει ότι ο χαρακτήρας της Αλβανίας σαν εχθρικού κράτους έχει πάψει να υφίσταται. Η Ελληνική Κυβέρνηση είναι πεπεισμένη ότι η δήλωσή της αυτή αποτελεί την αφετηρία για την ρύθμιση των ζητημάτων που είναι ακόμη εκκρεμή ανάμεσα στις δύο χώρες. Ήδη, οι αρμόδιες Ελληνικές υπηρεσίες μελετούν προσεκτικά τον προσφορότερο τρόπο για την νομική ρύθμιση των εκκρεμοτήτων αυτών. Ο τερματισμός της προηγούμενης κατάστασης θα συμβάλλει στην περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων των δύο φίλων χωρών και την διεύρυνση της μεταξύ τους συνεργασίας. Ειδικότερα θα είναι προς όφελος της Ελληνικής μειονότητας, για την οποία το ενδιαφέρον της Ελληνικής Κυβέρνησης ήταν και θα παραμείνει αμέριστο και η οποία, καλλιεργώντας τις παραδόσεις και την εθνική της ταυτότητα, θα αποτελεί μια σταθερή γέφυρα φιλίας ανάμεσα στους Έλληνες και τον Αλβανικό λαό».

Τρίτη 8 Ιουλίου 2014

Παιδεία και Ελληνοδάσκαλοι του Βορειοηπειρωτικού χώρου

Γράφει ο ΝΙΚΟΣ Θ. ΥΦΑΝΤΗΣ

* Οι ελληνοδάσκαλοι, σε χρόνια δύσκολα και επικίνδυνα, μετέδωσαν στους μαθητές τους την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό και αναδείχτηκαν σε σωτήρες του ελληνικού στοιχείου στις Βορειοηπειρωτικές και όχι μόνο περιοχές, διαγράφοντας με τη στάση τους και το θάρρος τους την πορεία που πάντοτε ακολουθούν οι Έλληνες στις ιστορικές περιπέτειες.

Στο διάβα των αιώνων, με τις πρωτοβουλίες, τη στάση και τα ελληνικά τους φρονήματα, κράτησαν ζωντανή την ελληνική γλώσσα και την ορθόδοξη πίστη, σε καιρούς χαλεπούς, που «τ'άσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά...». Αναφέρομαι σε τρεις βασικούς άξονες, σε τρεις πυλώνες, σε τρεις σταθμούς, που σφράγισαν την ελληνική παιδεία και τα ελληνικά γράμματα στις περιοχές μας.

Οι βασικοί αυτοί σταθμοί ξεκινούν από τα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας, σε μια μακρόχρονη περίοδο, από την κατάκτηση της Ηπείρου (1430) μέχρι την αναγέννηση των ελληνικών γραμμάτων, τον 17ο και 18ο αιώνα, ως την απελευθέρωση (1913). Ο δεύτερος σταθμός είναι πριν και μετά την ίδρυση του αλβανικού κράτους, ως τη δεκαετία του 1940 και ο τελευταίος στην κομμουνιστική δικτατορία υπό τον Ενβέρ Χότζα (1945-1990).