Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

Ρενέ Πυώ: Η Χειμάρρα πηγή του Ελληνισμού

Χειμάρρα, 8 Μαΐου

      Αυτή η εντύπωση της εναγώνιας παρακλήσεως που τόσο με συγκίνησε στα άλλα χωριά, στη Χειμάρρα εξαλείφθηκε τελείως. Οι Χειμαρριώτες δεν υπέφεραν από τον τουρκαλβανικό ζυγό γιατί είχαν εξασφαλίσει προνόμια. Εδώ και αιώνες είχαν σχηματίσει ένα είδος κράτους εν κράτει. Μία ελληνική126 περιοχή με αυτονομία, την οποία η τουρκι­κή κυβέρνηση αναγκάστηκε να αποδεχθεί. 
Η επαρχία της Χειμάρρας περιλαμβάνει επτά χωριά: Χειμάρρα, Κήπαρο, Βουνό, Δρυμάδες, Παλάσσα, Πυλιόρι και Κουβέτσι με 12.000 κατοίκους, οι οποίοι πληρώνουν στην Υψηλή Πύλη συνολικά 16.000 φράγκα το χρόνο. Αυτός ο φόρος γινόταν δεκτός με ευγνωμοσύνη, επειδή η Υψηλή Πύλη πίστευε πως απαιτώντας παραπάνω δεν θα έπαιρνε τίποτε απολύτως. Μ' αυτές τις συνθήκες οι Χειμαρριώτες, πραγματικοί Έλληνες127 από αιώνες, δεν έδειχναν καμιά ανησυχία για το μέλλον. Εάν η ευρωπαϊκή διπλωματία ήθελε να τους προ­σαρτήσει στο βασίλειο του Εσσάτ πασά ή του Κεμάλ πασά ή οποιουδήποτε άλλου φανταστικού Αλβανού μονάρχη, εκείνοι θα συνέχιζαν πολύ απλά την ανεξάρτητη πολιτική του παρελθόντος. Εκεί όπου η οθωμανική αυτοκρατορία απέτυ­χε να επιβάλει τους νόμους της, ο βασιλιάς του Σκουτάρι είχε πολύ λίγες πιθανότητες να επιβάλει τους δικούς του.

 

Ο ΛΟΧΑΓΟΣ ΣΠΥΡΟΣ ΣΠΥΡΟΜΙΛΙΟΣ

Δεν θα μπορούσα να διηγηθώ εδώ την ιστορία της Χειμάρρας από τον 15ο αιώνα, όταν οι Χειμαρριώτες αποτέλε­σαν, με τη γαλανόλευκη σημαία, τα χρώματα των Ελλήνων, έναν επίλεκτο σώμα στα στρατεύματα του Γεωργίου Καστριώτη128, ο οποίος μαχόταν ενάντια στους σουλτάνους. Η Χει­μάρρα ήταν τότε μία επαρχία διπλής σπουδαιότητας. Ο Αλή πασάς κατόρθωσε με τη μέθοδο του αφανισμού και της τρο­μοκρατίας να εξισλαμίσει129 μερικά χωριά από την άλλη πλευρά του βουνού. Παρ' όλα αυτά, η επαρχία εξακολουθού­σε να αποτελεί έως το 1833 ξεχωριστή ελληνική επισκο­πή130. Μέχρι σήμερα οι Χειμαρριώτες με την παλικαριά τους (και είναι πάρα πολύ καλοί σκοπευτές, όπως οι Ελβε­τοί) έχουν απολαύσει το προνόμιο να οπλοφορούν, να μην πληρώνουν έγγειο φόρο και καπνικό φόρο και απαλλάχθηκαν από τους τελωνειακούς δασμούς.

 Αυτοκυβερνώνται με το αρχέγονο σύστημα της δημογεροντίας (λαϊκή γερουσία). Οι οκτώ αρχαιότεροι στα χωριά απονέμουν τη δικαιοσύνη και διοικούν την κοινότητα. Για τις υποθέσεις που αφορούν ολόκληρη την επαρχία οι δημογέροντες συγκεντρώνονται στο κυριότερο χωριό της Χειμάρρας και αυτός ο πατριαρχικός θεσμός αρκεί για να εξασφαλίσει την τάξη και την ηρεμία.
 Τα τελευταία χρόνια, η τουρκική κυβέρνηση, η οποία ποτέ δεν είχε κανέναν αντιπρόσωπο στην επαρχία, έκρινε ότι για λόγους γοήτρου έπρεπε να στείλει κάποιον. Και πράγματι επέσπευσε την αποστολή έπαρχου, χότζα, δικα­στή, εισαγγελέα, δύο γραμματέων για τους δύο προηγούμε­νους κυβερνητικούς υπαλλήλους, μερικών χωροφυλάκων και δύο τηλεγραφητών. Τα άτομα αυτά έμεναν στην είσοδο του χωριού σε δύο κτίρια που κτίστηκαν αποκλειστικά γι' αυτά και ήλθαν σε επαφή με τον πληθυσμό, που αποδέχθηκε την παρουσία τους με σχετική ευκολία, δεδομένου ότι δεν ήταν καθόλου ενοχλητικά. Φοβισμένοι από την αδιάφορη στάση των Χειμαρριωτών οι Τούρκοι υπάλληλοι δεν το κουνούσαν από το κατάλυμά τους, αρκούμενοι να πληροφορούν τους προϊσταμένους τους στην Κωνσταντινούπολη για τα φιλελ­ληνικά αισθήματα των διοικούμενων τους.

Διάλογος ανάμεσα σε Ιερολοχίτη από τη Δερβιτσάνη και Άγγλο απεσταλμένο κατά τον Αυτονομιακό Αγώνα

Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος ανάμεσα σ’ ένα Ηπειρώτη Ιερολοχίτη της Δερβιτσάνης που είχε τότε ορισθεί σαν ένα από τα στρατολογικά κέντρα και στον Άγγλο απεσταλμένο, μέλος της Διεθνούς Επιτροπής Ελέγχου. 

Το αντιγράψαμε απ’ την Εφημερίδα «Πυρσός Βορείου Ηπείρου», Φεβρουάριος 1980.

             -Πόσα φυσίγγια έχεις ; ρωτάει ο Άγγλος.
             -Αυτά που ’χω στις θήκες μου, του απαντάει ο Ιερολοχίτης.
             -Πόσα είναι ;
             -Εξήντα.
             -Αυτά μόνο έχεις ;
             -Έχω και σαράντα στο κατάλυμά μου.
             -Δηλαδή, εκατό. Άλλα δεν έχεις ;
             -Όχι, αποκρίνεται ο Δερβιτσιώτης.
             -Με εκατό φυσίγγια θα πολεμήσεις ; Γίνεται πόλεμος με εκατό φυσίγγια ; Κι άμα σωθούν αυτά, τι θα κάνεις ;
             -Και την Κυβέρνηση γιατί τη σχηματίσαμε, μυλόρδε, παρά για να φροντίσει, τι θα κάνουμε, όταν σωθούν τα 100 φυσίγγια. Και τα χρήματα που δίνουν οι Ηπειρώτες, γιατί άλλο παρά για φυσίγγια τα δίνουν...
             -Έχετε, λοιπόν, χρήματα ;
             -Στέλνουν οι Ηπειρώτες κάθε μέρα.
             -Έχουν στείλει πολλά ;
             -Ως δύο-τρία εκατομμύρια για πρώτη δόση. Και στέλνουν καθημερινά και δέκα έξι σωστά χρόνια μπορούμε να κρατήσουμε πόλεμο με στρατό 50.000 στο πόδι , μιλόρδε.
             -Αλλά ο Βηδ (ο Αλβανός ηγεμόνας) θα σας δώσει όσα προνόμια κι εγγυήσεις θέλετε. Γιατί είσαστε τόσο αδιάλλαχτοι ;
             -Αν οι Γάλλοι, μιλόρδε, σας έδιναν όλων των ειδών τα προνόμια και σας έπαιρναν την Αγγλία, τι γνώμη θα δίνατε, Άγγλοι σεις ;
             -Αυτό είναι άλλο, είπε νευρικά.
             -Είναι κάτι περισσότερο από όμοιο, μιλόρδε. Στο σπίτι του νοικοκύρη δε δίνει προνόμια ο φιλοξενούμενος αλλ’ ο νοικοκύρης, αν θέλει, δίνει, όσα του αρέσει. Κι εμείς μέσα τώρα στην Αυτόνομη Ήπειρο δεν έχουμε άλλο σκοπό παρά να τους θεωρήσουμε όλους ίσους κι ελεύθερους, να δώσουμε εγγυήσεις, και προνόμια κι ο,τι θέλουν, αλλά να ’μαστε εμείς οι νοικοκυραίοι και να μη μας δώσουν σαν να ’μαστε νοικάτορες. Αυτή είναι η ουσία, μιλόρδε, και τα τουφέκια γι’ αυτή κι όχι για καμιά άλλη δουλειά έχουν το φουσέκι.

****
             Μ’ αυτή τη δύναμη της ψυχής, με τη θερμή πίστη, ότι ο Θεός θα ευλογήσει το δίκαιο αγώνα τους και με τη συνείδηση, ότι εκτελούν
χρέος ιερό προς την πατρίδα τους, ρίχνονται στη μάχη.

             Ξέρουν, βέβαια, ότι ο εχθρός είναι και σε αριθμό και σε όπλα και σε ξένη βοήθεια, σε πολύ καλύτερη θέση απ’ αυτούς.

             Κι όμως, οι Ηπειρώτες δε λιποψυχούν. Γιατί ξέρουν κάτι άλλο, πολύ σημαντικό. Ότι, όταν κανείς αγωνίζεται για τα ιερά και τα όσια της φυλής του, εκείνο που μετράει πάνω από υλικό εξοπλισμό κι αριθμητική δύναμη, είναι της ψυχής η φλόγα κι η αντοχή.

             Γι’ αυτό και προχωρούν αποφασιστικά, γενναία. Όπως ταιριάζει στους Έλληνες κάθε εποχής , όταν η πατρίδα τους καλεί να υπερασπιστούν την τιμή και τη λευτεριά της.

από sfeva.gr

Η Παιδεία στο Αλύκο έως το 1912

Η Παιδεία Στο Αλύκο Έως Το 1912

Η Παιδεία Στο Αλύκο Έως Το 1912

Ο Άγιος Κοσμάς στην τελευταία του περιοδεία (Ιούλιος 1779), φημολογείται ότι πέρασε και από τα χωριά Αλύκο και Τσαούσι. Στο κέντρο της επαρχίας Αλύκο υπήρχαν, ως αργά, δύο μεγάλες πέτρες όπου κάθισε ο Άγιος Κοσμάς και μίλησε στους πιστούς Αλυκιώτες που τον συνόδεψαν μέχρι το διπλανό χωριό, το Τσαούσι. Στο μέρος αυτό, οι κάτοικοι έχτισαν ένα μικρό εκκλησάκι προς τιμή του Αγίου Κοσμά. 
Την ίδια μέρα συνάντησε και τους πιστούς του χωριού Τσαούσι. Και στα δυο χωριά συμβούλεψε  τους κατοίκους, με ιδιαίτερη επιμονή: «Να μάθουν τα παιδιά σας γράμματα».

Δεν γνωρίζουμε εάν προσπάθησε να εγκαινιάσει σχολείο στα δύο αυτά χωριά. Η κοινή λογική μας επιβεβαιώνει ότι το κρυφό σχολείο, στο υπόγειο της εκκλησίας της Αγίας Βαρβάρας, λειτούργησε και διδάσκονταν τα απαραίτητα.

Από τους μαθητές που θα φοιτούσαν επιλέγονταν οι καλύτεροι. Αυτοί που εκδήλωναν ενδιαφέρον και μπορούσαν οι γονείς τους ν’ ανταπεξέρθουν τις οικονομικές δυσκολίες. Στέλνονταν στις Μονές Διβροβουνίου και Γερμανού, όπου ολοκλήρωναν τις σπουδές  και επέστρεφαν διδάσκαλοι, ιερείς και αναγνώστες.
Μεταξύ άλλων, που υπηρέτησαν στο Αλύκο την περίοδο του 18ου και 19ου αιώνα, ήταν και οι συγχωριανοί μας: Οι ιερείς: Παπα-Κώστας, παπα-Δημήτρης, παπα-Γιώρης και παπα-ΖήσηςΟ Γιάννης Παπάς, γιος του παπα-Κώστα (Στούκα) δίδασκε το 1896 στο χωριό Γέρμα και ένα χρόνο μετά απεβίωσε σε μεγάλη ηλικία. Είχε διδάξει για πολλά χρόνια στην γενέτειρά του το Αλύκο.

Άλλοι διδάσκαλοι που δίδαξαν στο Αλύκο ήταν και ο Αθανάσιος Κώτσης, καταγόμενος από το χωριό Γέρμα, ο οποίος όταν χειροτονήθηκε ιερέας και έγινε μόνιμος κάτοικος  στα Καλύβια Σούσι ή Δροβιανίτικα (σήμερα Ραχούλα), έγινε γνωστός ως παπα-Θανάσης, πατέρας του διδάσκαλου Ιωάννη Παπαθανάση και του ιερέα Κώστα Παπαθανάση.

Η κατάσταση της παιδείας, κάτω από αντίξοες συνθήκες, θα συνεχιστεί  και έως το 1874 όπου στο προαύλιο της εκκλησίας της Αγίας Βαρβάρας, δίπλα στο καμπαναριό, θα χτιστεί και θα λειτουργήσει το Δημοτικό σχολείο του Αλύκου. Αυτό χτίστηκε με έρανο και την ιδιωτική εργασία των κατοίκων  των χωριών: Αλύκο, Τσαούσι, Τρέμουλη και Κασιμαλίμπεη (σημερινό Νεοχώρι). Το σχολικό κτίριο αποτελούνταν από δυο αίθουσες (τάξεις)  και μια τρίτη μικρή αίθουσα για τους δασκάλους. Το σχολείο αυτό, στο χαλασμό του Δώδεκα, πυρπολήθηκε και λεηλατήθηκε,  για ν’ ανεγερθεί την άνοιξη του 1913 από τους κατοίκους του χωριού Αλύκο και των γύρω χωριών.  Το 1929 κατεδαφίστηκε  και ξανακτίστηκε  από τον Ιταλό Λόρδο Λουκά Μπιμπέλι, όπου αποσκοπούσε τα μαθήματα να διδάσκονταν στα ιταλικά. 

Η Ελληνική Παιδεία στο Αλύκο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας

Η Ελληνική Παιδεία στο Αλύκο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας
Από την παράδοσή μας είναι γνωστό ότι τα χωριά του Βούρκου, όπου συμπεριλαμβάνεται και το χωριό  Αλύκο, κατά τον τουρκικό ζυγό υπέστησαν τους πιο άγριους διωγμούς. Η οικονομική εξαθλίωση συνοδεύτηκε και με τον ξεριζωμό του πληθυσμού από τις εστίες του.


Στους δύο πρώτους αιώνες, μετά την τουρκική επικράτηση, δεν γίνεται λόγος ούτε για συγκροτημένο χωριό Αλύκο, πόσο μάλλον για  ύπαρξη σχολείου και ελληνικής παιδείας. Στα δίσεκτα χρόνια της Οθωμανικής σκλαβιάς και τυραννίας  κατεδαφίστηκαν τα πάντα που σχετίζονταν με την εθνική ταυτότητα, την παιδεία και τον πολιτισμό.

Ο γνωστός φιλόλογος, λυκειάρχης, συγγραφέας και ερευνητής της παιδείας στη Βόρειο Ήπειρο, Νίκος Υφαντής, στο βιβλίο του «Ελληνική παιδεία» γράφει: «Είναι γνωστός ο απηνής διωγμός της παιδείας στην περίοδο που “όλα τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκων’ η σκλαβιά”».
Γνωστή είναι επίσης η τουρκική βαρβαρότητα με απώτερο στόχο τον εξισλαμισμό των Ελλήνων και την αλλοίωση της εθνικής τους συνείδησης, και προσθέτει ο κ. Υφαντής: «Οι ιερείς και οι μοναχοί της δουλομένης πατρίδας, μπόρεσαν να κρατήσουν  την σπίθα της μάθησης με την οργάνωση των κρυφών σχολείων και την διδασκαλία σ’ αυτά  στοιχειωδών γραμμάτων-ίσα για να μείνει το καντήλι αναμμένο και να μη χαθούν τα πάντα κάτω από το βάρος των συνεχών τουρκικών πιέσεων»

Αν και μέχρι σήμερα δεν έχουμε εντοπίσει κάποια γραπτή μαρτυρία ή ομολογία που ν’ αποδεικνύει την παλαιότερη ύπαρξη και λειτουργία σχολείου στο Αλύκο, είναι, όμως,  βέβαιο ότι τα ολίγα γράμματα, τα απαραίτητα, τα μάθαιναν ολίγοι, διαλεκτοί, από ιερείς και αναγνώστες, γιατί αυτό ήταν εφικτό. Η παράδοση μας λέει ότι επίλεκτα παιδιά από το Αλύκο μάθαιναν γραφή, ανάγνωση και ψαλμωδίες στην εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας στην Τρέμουλη, που ήταν χτισμένη στους πρόποδες  της ομώνυμης ράχης της Τρέμουλης, σύνορο με τα χωράφια «Βαρβάρες». Η σημερινή εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας, ξανακτίστηκε το 1877  πάνω στα θεμέλια της προηγούμενης που είχε καταρρεύσει από το βάρος των χρόνων στην κορυφή της ράχης της Τρέμουλης.