Ο Απόστολος Αρσάκης γεννήθηκε το 1792 στη Χοταχόβα (Hotovë) της Βορείου Ηπείρου, κοντά στην Πρεμετή. Προέρχονταν από βλαχόφωνη οικογένεια και ήταν γιος το Κυριάκου Αρσάκη, ο οποίος ήταν εξάδελφος με τους αδερφούς Τοσίτσα. Σε μια από τις συνεχόμενες νυχτερινές επιδρομές των γενιτσάρων τού Αλή Πασά, ο πατέρας του Αρσάκη, βλέποντας τον κίνδυνο να πέσει στα χέρια των Τούρκων ο γιος του, παίρνει τον Αποστόλη και πηγαίνουν στην Πρεμετή.
Επειδή τα πράγματα χειροτέρευαν, το 1800 πήρε την απόφαση να στείλει τον οκτάχρονο γιο του στο Βουκουρέστι, όπου ζούσε ο αδερφός του Γεώργιος, ο οποίος ήταν έμπορος, και οι θείοι του Ζώτος και Ηλίας.
Το 1804 ο θείος του τον έστειλε για σπουδές στη Βιέννη. Για μία εξαετία έλαβε τη γυμνασιακή εκπαίδευση και διδάχθηκε την ελληνική παιδεία από τον διδάσκαλο τού Γένους Νεόφυτο Δούκα. Στη συνέχεια μετέβη στη Χάλη τής Σαξονίας όπου σπούδασε Ιατρική.
Το 1811, σε ηλικία 19 ετών, έγραψε βουκολικό ειδύλλιο σε γλαφυρή αρχαία δωρική διάλεκτο κατά μίμηση του Θεοκρίτου. Το ειδύλλιο αυτό το αφιέρωσε στον Μέγα Ναπολέοντα με αφορμή τη γέννηση τού γιου του και επιχειρώντας με αυτό να συγκινήσει τον αυτοκράτορα, ώστε να βοηθήσει στην απελευθέρωση των Ελλήνων από τους Τούρκους.
Το 1813, σε ηλικία 21 ετών, ανακηρύχτηκε χειρουργός και διδάκτορας με την εναίσιμο διατριβή του, γραμμένη στη λατινική γλώσσα, «Περί τού εγκεφάλου και τού νωτιαίου μυελού των ιχθύων». Με τη διατριβή αυτή τόλμησε να ελέγξει επιστημονικά τις θεωρίες τού διαπρεπούς φυσιοδίφη Cuvier. Το έργο του αυτό εκτιμήθηκε ως σημαντικό έργο για την εποχή του, αλλά και ευρύτερα για την ιστορία τής Φυσικής Ιστορίας.
«Εγένοντο πολλαί εκδόσεις των μεταφράσεων αυτού και μνημονεύεται μετά σεβασμού υπό πάντων των ασχολουμένων εις τον κλάδον τούτον τής Φυσικής Ιστορίας». Διαλέγοντας την Ιχθυολογία, η οποία εθεωρείτο από τους δυσκολότερους κλάδους και, μάλιστα, το δυσκολότερο μέρος της, την ανατομική περιγραφή τού εγκεφάλου και τού νωτιαίου μυελού των ιχθύων, έγινε ένας από τους πρωτοπόρους ερευνητές τής Ιχθυολογίας.
Την σπουδαιότητά του επισημαίνει ο διάσημος Γερμανός ανατόμος και δάσκαλός του Z. Fr. Meckel. Με επιστολή του προς τον Αρσάκη (7 Απριλίου 1813), ανάμεσα στα άλλα εγκωμιαστικά, σημειώνει: «Εγώ καυχώμαι διότι υπήρξα διδάσκαλός σου […] Το πλήθος των εν τη μελέτη σου παρατηρήσεων, συντελεί τα μέγιστα εις την επίδοσιν τής συγκριτικής ανατομίας […]».
Αργότερα, δημοσίευσε στον «Λόγιο Ερμή» τού Άνθιμου Γαζή τη μελέτη «Έκθεσις συνοπτική τής ιατρικής ιστορίας», στην οποία παρουσιάζει την εξέλιξη τής Ιατρικής από τα αρχαία χρόνια στα σπουδαιότερα έθνη. Δημοσίευσε επίσης στα Προλεγόμενα τής εγκυκλοπαίδειας του Στεφάνου Κομητά την πραγματεία «Περί του ει εξήν ταις γυναιξί ταις δραματικαίς επιδείξεσι παρείναι», στην αττική διάλεκτο. Το 1814 εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι, όπου άσκησε για μια οκταετία το επάγγελμα τού ιατρού σε νοσοκομεία με αποστολικό ζήλο. Επαληθεύτηκε έτσι η διαπίστωση τού δασκάλου του Meckel, ο οποίος είχε γράψει: «[…] συ ως θεότητα την ελάτρευσες [την ιατρική] και ουχί ως γαλακτουχούσαν βουν, καθώς πράττουν οι πλείστοι.» Διετέλεσε έφορος νοσοκομείων και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Εγκατέλειψε τον χώρο σε ηλικία 30 ετών.
Το 1822 ο Αρσάκης (στις ρουμανικές πηγές αναφέρεται ως Apostol Arsache) μπήκε στη διπλωματική υπηρεσία του ηγεμόνα της Βλαχίας, ενώ την περίοδο 1836-1839 διετέλεσε γραμματέας επικρατείας τού ηγεμόνα τής Βλαχίας Αλέξανδρου Γκίκα. Το 1857 πρωτοεκλέχθηκε βουλευτής και αγωνίστηκε υπέρ τού ηγεμόνα (Οσποδάρου) τής Βλαχίας και Μολδαβίας Αλέξανδρου Κούζα. Την περίοδο 1857-1859 χρημάτισε μέλος της τετραμελούς επιτροπής για την ένωση της Βλαχίας και της Μολδαβίας, οι οποίες αποτέλεσαν κατόπιν τη Ρουμανία. Η τετραμελής επιτροπή επεξεργάστηκε νομοθετικά τη συνένωση των δύο ηγεμονιών και η δημιουργία τής Ρουμανίας φέρει και την υπογραφή του Απόστολου Αρσάκη. Το 1860 διορίζεται υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Ηγεμονιών. Στις 8 Ιουνίου τού 1862, αντικαθιστά στην πρωθυπουργία τον δολοφονημένο πρωθυπουργό Barbu Catargiu. Στον πρωθυπουργικό θώκο παρέμεινε μέχρι τις 24 Ιουνίου τού 1862. Κατά τα έτη 1862-1865, μετά και την παραίτηση από τα κυβερνητικά αξιώματα, παρέμεινε απλός βουλευτής. Το 1866, μετά την επανάσταση κατά του Αλέξανδρου Κούζα, αποχώρησε από την ενεργό πολιτική δράση.
Ο Αρσάκης παρακολουθεί βήμα προς βήμα την ελληνική επανάσταση και την ίδρυση τού ελληνικού κράτους. Επιθυμεί σφοδρώς να συμβάλει στην πνευματική και ηθική άνοδο των Ελλήνων, αλλά επειδή ζει μακριά, δεν γνωρίζει πώς μπορεί να το πραγματοποιήσει. Έτσι, αποτείνεται σε φίλους του των οποίων την κρίση και την φιλοπατρία εκτιμά: στον Θεόκλητο Φαρμακίδη, τον Ανέστη Χατζόπουλο, τον καθηγητή Γεώργιο Δαμιανό. Τους ρωτά ποια θεωρούν ως την πιο επείγουσα ανάγκη τής πατρίδας. Και οι τρεις, χωρίς να έχουν συνεννοηθεί, τον πληροφορούν για την ίδρυση στην Αθήνα τηςΦιλεκπαιδευτικής Εταιρείας καθώς και για τους σκοπούς της. Του επισημαίνουν ακόμη ότι η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία θεμελίωσε, αλλά αδυνατεί να οικοδομήσει ελλείψει πόρων, σχολικό κτήριο. Συγκινημένος, παίρνει την απόφαση να οικοδομηθεί με δικές του δαπάνες το κτήριο επί τής οδού Πανεπιστημίου και ο ναός του και να αποζημιωθεί η Εταιρεία για όσες δαπάνες έκανε ως τότε. Οι διοικούντες την Εταιρεία αναγγέλλουν το ευχάριστο νέο στη βασίλισσα, η οποία ήταν προστάτιδα του Σχολείου, και αυτή αποφασίζει να τιμηθεί ο Αρσάκης με τον σταυρό των ανωτέρων Ταξιαρχών. Κάθε έτος που περνά ο Αρσάκης αποστέλλει οικονομική συνδρομή και το συνολικό ποσό των χορηγιών του ανέρχεται περίπου στις εξακόσιες χιλιάδες χρυσές δραχμές! Η Εταιρεία ευγνωμονούσα τον Αρσάκη ονόμασε το Σχολείο «Αρσάκειον» και ανέγραψε το όνομά του πρώτο στη στήλη των μεγάλων ευεργετών της, τοποθέτησε δε την προτομή του σε περίβλεπτη θέση.
Ο Αρσάκης ανήγειρε στο Αρσάκειο Μέγαρο ναό στη μνήμη της συζύγου του Αναστασίας Δάρβαρη και γι’ αυτό τον αφιέρωσε στην Αγία Αναστασία τη Ρωμαία. (Σήμερα, στο Αρσάκειο Ψυχικού υπάρχει ο ναός τής Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας, που ανεγέρθηκε το 1935 και αντικατέστησε τον ναό τού Αρσακείου Μεγάρου).
Ο Απόστολος Αρσάκης απεβίωσε στις 16 Ιουλίου τού 1874 στο Βουκουρέστι σε ηλικία 82 ετών. Τον θάνατό του πένθησε το προσωπικό του Αρσακείου επί 40 ημέρες. Κάθε χρόνο, στις 29 Οκτωβρίου, κατά την εορτή τής Αγ. Αναστασίας της Ρωμαίας, στον φερώνυμο ναό του Αρσακείου στο Ψυχικό, τελείται μνημόσυνο για τον μεγάλο ευεργέτη.
Παρακάτω παρατίθεται ως ιστορικό τεκμήριο απόσπασμα από τα Πρακτικά τής Φ.Ε. τού 1850, όπου συζητείται η προσφορά τού Αρσάκη για ανοικοδόμηση τού Σχολείου που πήρε το όνομά του και οι συναφείς προτάσεις. Το απόσπασμα αυτό προέρχεται από το Αρχείο τής Φ.Ε.
Θ΄ Συνεδρίασις τού Δ. Συμβουλίου τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρίας, γενομένη την α΄ Οκτωβρίου 1850 περί την Μεσημβρίαν εις την οικίαν του κυρίου Προέδρου αυτής Α. Μαυροκορδάτου.
Απόντος τού κυρίου Κ.Ν. Λεβίδου.
Τα Πρακτικά της προλαβούσης συνεδριάσεως αναγινώσκονται και επικυρούνται.
[…]
Μετά ταύτα ο Πρόεδρος αναφέρει ότι ο εν Βουκουρεστίοις κύριος Α. Αρσάκης, ηπειρώτης, αναδέχεται όχι μόνον να τελειώση ιδία δαπάνη το Κατάστημα και τον ναόν αυτού, αλλά και ν’ αποζημιώση την Εταιρίαν δι’όσα έως τώρα εξώδευσεν εις τε την οικοδομήν, αγοράν οικοπέδου και λοιπά, επί συμφωνία του ν’ αφιερώση μεν αυτό εις την Εταιρίαν, να φέρη δε τούτο το όνομά του κτλπ.
Ο κύριος Πρόεδρος, προσθέτει, ότι θεωρήσας το ευεργέτημα τούτο μέγιστον διά την Εταιρίαν, και προσέτι ως τετελεσμένον, διότι ο παρά πάντα άλλον συντελέσας εις την γενναίαν ταύτην πράξιν κύριος Α. Χατζόπουλος φέρει την περί τούτου πληρεξουσιότητα, συναινούντων και των κυρίων Φαρμακίδου και Δαμιανού, οίτινες επίσης συνέτρεξαν και των οποίων η συναίνεσις εζητείτο, ενόμισε πρέπον να αναγγείλη το πράγμα εις την Α. Μ. την Βασίλισσαν ως προστάτριαν τού Καταστήματος, και να ζητήση τιμητικήν τινά αμοιβήν υπέρ τού Ευεργέτου η δε Α. Μ. εδέχθη μετά μεγίστης χαράς την πρότασιν, και υπεσχέθη να δώση αμέσως εις αυτόν τον σταυρόν των ανωτέρων ταξιαρχών ότι επομένως έμειναν σύμφωνοι μετά τής Α. Μ. αν το Συμβούλιον, ως δεν είναι αμφιβολία, παραδεχθή την πρότασιν, να αναγγελθή επισήμως το πράγμα εις το υπουργείον τής Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, διά την ταχίστην εκτέλεσιν των περαιτέρω.
Ο Γραμματεύς παρετήρησεν ότι η παρουσιαζομένη προσφορά είναι η μεγαλητέρα ευδαιμονία, την οποίαν εδύνατο τις να φαντασθή υπέρ της Εταιρίας διότι έως που έφθαναν μέχρι τούδε αι ελπίδες μας; Να παρουσιασθή ευνοϊκή περίστασις, καθ’ην να εισπράξωμεν κεφάλαια αρκετά, ώστε και το Κατάστημα να τελειώση και να μείνη ποσότης τις προσοδοφόρος, και τότε διά της σταθεράς ταύτης προσόδου, και τής ελλείψεως των ενοικίων, η ύπαρξις της Εταιρίας να μην ήναι εις την αβεβαιότητα εκτεθειμένη των ετησίων συνεισφορών. Άρα δεν έχομεν ποσώς να διστάσωμεν διά την παραδοχήν, τοσούτω μάλλον καθόσον η θέλησις του ευργέτου, όχι μόνον δεν αντίκειται εις τον ανεξάρτητον οργανισμόν της Εταιρίας, αλλ’ απ’ εναντίας αυτό τούτο ζητεί του να διοικήται η Εταιρία, καθώς μέχρι τούδε.
Ο κύριος Α. Χατζόπουλος αναπτύσσων τον σκοπόν του Ευεργέτου, καθ’ όσον εκ των μετ’ αυτού ομιλιών του ενόησε, νομίζει καλόν να ομολογήσωμεν προς αυτόν τα ακόλουθα•
Αον Το Κατάστημα, ολοκλήρως παρ’ αυτού πληρωνόμενον, να επιγραφή εις το όνομά του
Βον Να θεωρήται ως αφιερωμένον διά παντός εις την Εταιρίαν, εωσότου όμως η Εταιρία διατηρείται ως τοιαύτη, πώποτε να μη χρησιμεύση εις άλλην χρήσιν.
Γον Να διατηρώνται πάντοτε τρία κοράσια εκ της ιδιαιτέρας πατρίδος του Ευεργέτου ή άλλα κατ’ εκλογήν αυτού ή των διαδόχων του, υπό τον όρον τού να διδάξωσι μετά ταύτα όπου αυτός ή οι διάδοχοι αυτού εγκρίνωσι.
Δον Να τελήται κατ’ έτος εις τον αναγερθησόμενον ναόν λειτουργία αρχιερατική δαπάνη της Εταιρίας, υπέρ αυτού.
Το Συμβούλιον παραδέχεται ομοφώνως τα ανωτέρω, καθώς επίσης, επί τη προτάσει τού κυρίου Προέδρου, να προστεθή ότι ιδιαιτέρα στήλη εντός τού Καταστήματος θέλει φέρει τα ονόματα των λοιπών συνεισενεγκόντων υπέρ τής οικοδομής, με την εξήγησιν ότι αι αναφοραί των εχρησίμευσαν εις απαρτισμόν τού προσοδοφόρου κεφαλαίου τής Εταιρίας.
Το μέγαρο του Αρσακείου Παρθεναγωγείου, στη γωνία των οδών Πανεπιστημίου και Πεσμαζόγλου (τότε Μενάνδρου), οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1846-1852, βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Λύσανδρου Καυταντζόγλου (1811-1885), για λογαριασμό της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, η οποία είχε αγοράσει το οικόπεδο από την Μονή Ζωοδόχου Πηγής της Άνδρου. Η οικοδομή ολοκληρώθηκε χάρις στη δωρεά του ομογενούς Απόστολου Αρσάκη (1792-1874) και θεωρείται η αυθεντικότερη ίσως έκφραση ενός "εξελληνισμένου νεοκλασικισμού".
Το 1936 στην πρόσοψη του μεγάρου κτίστηκαν εμπορικά καταστήματα (βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Κριεζή), τα οποία κατεδαφίστηκαν μεταξύ των ετών 1984-1989, στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης αποκατάστασης του Αρσακείου (που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Αλέξανδρο Καλλιγά), μετά την περάτωση της οποίας, εγκαταστάθηκε στους χώρους του το Συμβούλιο Επικρατείας. (Πηγή: Εδώ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου