Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

Τόποι – στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά την κομμουνιστική περίοδο

Φυλακές
Την μαρτυρική περίοδο του κομμουνιστικού καθεστώτος, στο Αλβανικό κράτος επιχειρήθηκε με κάθε μέσω να αποτραπεί η αποσταθεροποίηση του δικτατορικού πολιτικού συστήματος. Αυτό επιτεύχθηκε διαμέσου του εκφοβισμού της κοινής γνώμης, του οποίου ακολούθησαν σκληρές βιαιοπραγίες, δολοφονίες εκτοπισμοί και κάθε άλλου είδους βαρβαρότητες. 

Η στρεβλή προσκόλληση του τότε πολιτικού στερεώματος στα ιδεολογικά σοσιαλιστικά μοντέλα, κυρίως της κομμουνιστικής ουτοπίας (στην πραγματικότητα δεν υφίσταται η ρεαλιστική εφαρμογή ενός τέτοιου μοντέλου στηριζόμενο…στην κοινοκτημοσύνη και την αμοιβαία υποστήριξη, καθώς υπάρχουν πάντα οι πιθανότητες της ιδιοτέλειας και της εκμετάλλευσης από την άρχουσα τάξη, η οποία πρέπει να ηγείται της εφαρμογή του) των Μαρξ και Ένγκελς οδήγησε στα άκρα μια μεγάλη κάστα ηγετών, η οποία είχε ως απώτερο σκοπό την επικράτηση ενός «λαϊκού» τρόπου διακυβέρνησης στη χώρα. 
Αυτό βέβαια αποτελούσε πρόσχημα μιας σαθρής και στυγνής πραγματικότητας, η οποία ήθελε το λαό υποταγμένο και άβουλο θεατή των γεγονότων. Προπαγανδίζοντας και κατηγορώντας κατάφωρα κάθε ξενική – ιδεολογική επιρροή πλην της κομμουνιστικής, επιχειρήθηκε να «δαμάσουν» και να «χαλιναγωγήσουν» την πλειονότητα του λαού.

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Οι Χιμαριώτες στην Ελληνική Επανάσταση του 1821

Κατά τη δεκαετία που ακολούθησε τη διάλυση του τελευταίου Μακεδονικού στρατιωτικού σχηματισμού της Νεάπολης, οι βετεράνοι Χιμαριώτες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση. Μεταξύ αυτών που έγιναν αξιωματικοί των ελληνικών επαναστατικών δυνάμεων, ο πλέον διακεκριμένος ήταν ο στρατηγός Σπυρομήλιος. Στη διάρκεια της 50αετούς σταδιοδρομίας του, υπηρέτησε στα Τάγματα Ελαφρού Πεζικού του ελληνικού κράτους, ως διοικητής της Σχολής Ευελπίδων, και στην πολιτική, πρώτα ως υπουργός Πολέμου και στη συνέχεια ως αντιπρόεδρος και πρόεδρος του κοινοβουλίου.
Εκτός από αυτούς και άλλους οπλαρχηγούς, πολλοί Χιμαριώτες έσπευσαν να πολεμήσουν στην επαναστατημένη Ελλάδα μέσω ελληνικών επιτροπών στα Ιόνια Νησιά. Υπηρέτησαν τόσο σε ηπειρωτικά σώματα, όσο και σε μονάδες που αποτελούντο αποκλειστικά από Χιμαριώτες. Μία μονάδα 250 Χιμαριωτών υπό τα αδέλφια Μήλιου συμμετείχε στη διάσημη πολιορκία και έξοδο του Μεσολογγίου. Από τη μονάδα αυτή επιβίωσαν δέκα άνδρες. Ένα άλλο τμήμα από Χιμαριώτες συμμετείχε στις τελευταίες εκστρατείες στη δυτική Στερεά Ελλάδα κατά τα έτη 1828 και 1829. Πέρα από αυτή τη συμβολή των Χιμαριωτών, το Reggimento Real Macedone και οι επίγονοί του είχαν σαφή αντίκτυπο στην ανάπτυξη του ελληνικού κινήματος για εθνική ανεξαρτησία και με άλλους σημαντικούς τρόπους.
Στα τέλη του 18ου αιώνα το Reggimento Real Macedone άρχισε να αντικαθίσταται και να επισκιάζεται από νέους σχηματισμούς τους οποίους δημιουργούσαν και οργάνωναν οι κύριες ευρωπαϊκές δυνάμεις που εμπλεκόταν στη Μεσόγειο. Σε κάποιες από αυτές τις ρωσικές, γαλλικές και βρετανικές μονάδες, αντιγράφηκαν οι παραδοσιακές πηγές στρατολόγησης του ναπολιτάνικου συντάγματος, ενώ η οργάνωσή του χρησιμοποιήθηκε ως υπόδειγμα. Αυτοί οι ύστεροι σχηματισμοί προσέφεραν πολλές από τις δυνάμεις που έλαβαν μέρος στην Ελληνική Επανάσταση.

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Οι Βορειοηπειρώτες παρόντες στους αγώνες του Έθνους - Ο Σταύρος Βασιλείου από το Σελλειό της Δρόπολης

του δάσκαλου Ηλία Κάτση - Σελλειό

  …Η Δρόπολη έστειλε στην μαχόμενη  Ελλάδα  του 1821 εκατοντάδες μαχητές, τα ονόματα των οποίων, δυστυχώς,  λησμονήθηκαν. 

Στις  μάχες της Εύβοιας διακρίθηκε ο Σταύρος Βασιλείου   από το χωριό Σελλειό της Δρόπολης,  γνωστός με το ψευδώνυμο «Καπετάν  Χαλάστρας». 
Ο αγωνιστής αυτός λίγα  χρόνια προ της έκρηξης της Μεγάλης  Επανάστασης ασχολούταν με το εμπόριο του καπνού (ταμπάκο), όπως  και οι λοιποί κάτοικοι του Σελλειού. 
Αμέσως  όμως με την κήρύξη  της   επανάστασης, μαζί με άλλους  αγωνιστές και με τον αδερφό του Κώστα, γενναίο και τολμηρό παλικάρι, έφτασε στην Ανατολική Ελλάδα, φέροντας πολλά χρήματα και αναγνωρίστηκε ως καπετάνιος στην Εύβοια, όπου διακρίθηκε σε  πολλές μάχες, κυρίως δε στην μάχη των Αντριλιών, στην οποία αγωνίστηκε γενναία με πολλούς Βορειοηπειρώτες αγωνιστές και λίγους απ’ την Εύβοια.


Η μάχη αυτή στην επαναστατημένη Εύβοια δεν έχει περιγραφεί ιδιαιτέρως από τους ιστοριογράφους της επανάστασης, μολονότι αυτή ήταν η σπουδαιότερη  μάχη από όσες έγιναν στο νησί αυτό στη διάρκεια της μεγάλης Επανάστασης.
Από τους  ιστοριογράφους  της μεγάλης επανάστασης μόνον ο Σουλιώτης αγωνιστής και ιστοριογράφος Λάμπρος Κατσονίκας περιέγραψε  αυτή με λεπτομέρεια.

Ο ρόλος των Βορειοηπειρωτών στην Επανάσταση του 1821

Σπύρος Μήλιος
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ Θ. ΥΦΑΝΤΗΣ

*  Οι Βορειοηπειρώτες στον πανελλήνιο ξεσηκωμό του ’21 δεν έμειναν αμέτοχοι. Αρκετοί ήταν αυτοί από τις περιοχές της Χειμάρας, του Αργυροκάστρου, της Μοσχόπολης, της Πρεμετής, που είχαν μυηθεί στα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας. 


Αναφέρουμε μερικά ονόματα φιλικών, όπως τα κατέγραψαν στα βιβλία τους οι: Α. Παπακώστας και Ν. Πατσέλης: Ο Μιχαήλ Λαζάρου Στέλιος, ο Ελευθεριάδης Βενιαμίν από τη Σέλτση Αργυροκάστρου, ο Επίσκοπος Ευρίπου Γρηγόριος ο Αργυροκαστρίτης (ο κυριότερος εμπνευστής της εξέγερσης της Εύβοιας), οι Στέφανος και Αδάμ. Δούκας από την Πρεμετή, ο Δρύσης, ο Γούλας και ο Κανούσης από το Λεσκοβίκι και πολλοί άλλοι. Τολμηροί μαχητές ξεκίνησαν από τις προφυλακές του έθνους και κατέβηκαν στην επαναστατημένη Ελλάδα.

Στη Ρούμελη συμμετείχαν Σουλιώτες και Βορειοηπειρώτες. Ο Χειμαριώτης Σπυρομήλιος με τα αδέρφια του Ζάχο, Νικόλαο και Ιωάννη και εθελοντικό σώμα Χειμαριωτών, έλαβαν μέρος στην άμυνα του Μεσολογγίου και στην κατάληψη της ακρόπολης των Αθηνών. Η οικογένεια των Σπυρομηλαίων πρόσφερε πολλά στην Επανάσταση του ’21. Ο Σπυρομήλιος, επιστρέφοντας από τη Σικελία όπου ζούσε, οργάνωσε στρατιωτικό σώμα από 200 Χειμαριώτες και τον Αύγουστο του 1824 έφτασε στην Ακαρνανία και παρουσιάστηκε στον Μαυροκορδάτο. Εντυπωσίασε με την εμφάνισή του, την σεμνότητα και αξιοπρέπεια. 

Θα γράψει ο Κ. Μπίρης (Αρβανίτες, Αθήναι 1960, σ. 301): «Ήταν γενναίος και ανιδιοτελής και κάθε φιλέλλην που τον γνώριζε δεν μπορούσε να μη φωνάξει: Θα ήταν ευτυχής η Ελλάς, αν είχε περισσότερους άνδρας σαν αυτόν». Ήταν παρών και κατά την δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου. Ο αδελφός του Νικόλαος σκοτώθηκε κατά την Έξοδο του Μεσολογγίου (10 Απριλίου 1826), ενώ ο Ζάχος σώθηκε και υπηρέτησε ως στρατιωτικός ακόλουθος στην απελευθερωμένη Ελλάδα.

Λίγο αργότερα τον Σπυρομήλιο τον βρίσκουμε στη Ρούμελη με τον Καραϊσκάκη. Μετά τον θάνατο του Καραϊσκάκη, έλαβε μέρος στη μάχη της Πέτρας, κάτω από τις διαταγές του Δημ. Υψηλάντη. Μετά την απελευθέρωση έγινε διοικητής της Σχολής των Ευελπίδων και αργότερα υπουργός των Στρατιωτικών.

Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Η προσφυγή των Βορειοηπειρωτών το 1934 στη Χάγη για το Σχολικό Ζήτημα

Η αλβανική κυβέρνηση τον Απρίλιο 1933, δια του άρθρου 206 του αλβανικού Συντάγματος, απαγόρευσε τελείως την λειτουργία  όλων των ιδιωτικών σχολείων. Στα ιδιωτικά σχολεία η αλβανική κυβέρνηση συμπεριέλαβε και τα σχολεία της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας. Με αυτή την απόφαση η Αλβανία επιδίωκε να απαλλαγεί οριστικά ως κράτος από τη χρήση της ελληνικής γλώσσας στις περιοχές της Βορείου Ηπείρου.

Ως αντίδραση σε αυτή την πρόκληση του αλβανικού κράτους οι Έλληνες Βορειοηπειρώτες, το Δεκέμβριο του 1933 ιδρύουν στο Αργυρόκαστρο τη «Νέα Φιλική Εταιρεία». Σκοπός της «Νέας Φιλικής Εταιρείας», ήταν να ενθαρρύνει την Εθνική Ελληνική Μειονότητα και να την προετοιμάσει για τους μελλοντικούς αγώνες κατά των Τιράνων και την εκ νέου αναγνώριση των διεθνώς αναγνωρισμένων σχολικών προνομίων της μειονότητας. Η οργάνωση αυτή λειτουργούσε τότε στα πρότυπα της «Φιλικής Εταιρείας». Με σύνεση, απόλυτη πειθαρχία και με άκρως μυστικότητα κατάφερε με τις τοπικές εκλογές να ελέγξει την τοπική εξουσία στην περιοχή της Ελληνικής Μειονότητας. Σε κάθε χωριό υπήρχε και ο τομεάρχης που είχε αναλάβει την οργάνωση των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών. Ιδρυτής και ηγέτης της «Νέας Φιλικής Εταιρείας» ήταν ο Βασίλειος Σαχίνης. 

Στις 10 Σεπτεμβρίου 1933, οι τομεάρχες της «Νέας Φιλικής Εταιρείας» συγκεντρώνονται κάτω από πλήρη μυστικότητα στη Δερβιτσιάνη, όπου αποφάσισαν πως έως ότου η Κοινωνία των Εθνών επιληφθεί του σχολικού ζητήματος, ο αγώνας θα έπρεπε να συνεχιστεί. Έτσι αποφάσισαν την κήρυξη σχολικής απεργίας. Οι Έλληνες μαθητές στη Βόρειο Ήπειρο, μετά την απόφαση της «Νέας Φιλικής Εταιρείας», αρνούνται να προσέλθουν στα αλβανικά σχολεία και το καθεστώς των Τιράνων απαντά στην απεργία με διώξεις κατά των οργανωτών, με τρομοκρατία, συλλήψεις και εκτοπισμούς δασκάλων και με βασανιστήρια.

3 Mαρτίου 1913: Ο Ελληνικός Στρατός απελευθερώνει το Αργυρόκαστρο και το Δέλβινο στους Βαλκανικούς Πολέμους

Ο Έλληνας Πρωθυπουργός και Υπουργός των Στρατιωτικών Ελευθέριος Βενιζέλος στις 22 Φεβρουαρίου 1913, αμέσως μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, ενημέρωσε τον Αρχιστράτηγο Διάδοχο Κωνσταντίνο ότι υπέρτατο πολιτικό συμφέρον καθιστούσε αναγκαία τη συνέχιση της προελάσεως, με μέρος των δυνάμεων, για την απελευθέρωση και της υπόλοιπης Ηπείρου, μέχρι των οριστικών ορίων των εθνικών διεκδικήσεων, ενώ ο όγκος του Στρατού θα συγκεντρωνόταν στη Θεσσαλονίκη για την αντιμετώπιση της απειλής που είχε δημιουργηθεί από τις επεκτατικές βλέψεις των Βουλγάρων.

Τα όρια των εθνικών διεκδικήσεων στην Ήπειρο, σύμφωνα με την επίσημη διακήρυξη της Ελληνικής Κυβερνήσεως περιορίζονταν στην γραμμή: κόλπος του Αυλώνα, Κλεισούρα, λίμνη Αχρίδα.
Μετά την άφιξη του Ελληνικού Στρατού στη γραμμή αυτή, θα έμεναν στην Ήπειρο δύο μεραρχίες για την εκκαθάριση και εξασφάλιση της περιοχής.

Το Γενικό Στρατηγείο, επιθυμώντας να προσαρμόσει τις στρατιωτικές ενέργειες στις νέες πολιτικές και εθνικές ανάγκες, διέταξε την ανασυγκρότηση και αναδιάταξη των δυνάμεων και από τις 28 Φεβρουαρίου άρχισε η προώθηση του Ελληνικού Στρατού προς τις βόρειες περιοχές της Ηπείρου.

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 1ης Μαρτίου 1913 η 8η Μεραρχία κινήθηκε προς τα βόρεια, μέσω Καλπακίου, για να λάβει την επαφή με τις τουρκικές δυνάμεις, που σύμφωνα με πληροφορίες του 1ου Συντάγματος Ιππικού, είχαν καταλάβει θέσεις στην περιοχή Κτίσματα – Κακαβιά.

Απόσπασμα της Μεραρχίας (15ο Σύνταγμα Πεζικού – δύο πυροβολαρχίες), που κάλυπτε το δεξιό πλευρό της, στις 6 μ.μ. της 2ης Μαρτίου επιτέθηκε εναντίον τουρκικών δυνάμεων στην περιοχή Χρυσόδουλη, οι οποίες μετά τους πρώτους πυροβολισμούς συμπτύχθηκαν προς την κοιλάδα του Δρίνου. Η κύρια φάλαγγα της Μεραρχίας έφτασε στο χωριό Κτίσματα.